Ποιος μίλησε για «Μεταλιγνιτική εποχή»;
Δευτέρα, 24 Αυγούστου 2009, 00:16
Εύλογη είναι η ανησυχία του κόσμου της ΔΕΗ και ιδιαίτερα της Δυτικής Μακεδονίας, με αφορμή το νέο πρόγραμμα που προβλέπει απόσυρση 8 βασικών μονάδων (4 του Ατμοηλεκτρικού Σταθμού Καρδιάς και 4 του Ατμοηλεκτρικού Σταθμού Αγ.Δημητρίου) νωρίτερα κατά 5 έως 17 χρόνια από τους αρχικούς σχεδιασμούς των κατασκευαστών.
Αιτιολογία, όπως αναφέρεται, «οι πρόσφατες εξελίξεις στα περιβαλλοντικά θέματα»!
Δεν αμφισβητούνται φυσικά τα προβλήματα του περιβάλλοντος και η ραγδαία επιδείνωσή τους. Όμως το «καμπανάκι» δεν είναι τωρινό. Δεκαπέντε χρόνια πριν, η διάσκεψη του ΡΙΟ είχε επισημάνει τους κινδύνους και έθεσε τους πρώτους περιορισμούς. («Το 2000 οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου να σταθεροποιηθούν στα επίπεδα του 1990»).
Το επιστημονικοτεχνικό δυναμικό της Δυτικής Μακεδονίας και της ΔΕΗ είχε διαβλέψει τότε τις επιπτώσεις των επιταγών του ΡΙΟ στην περιοχή λόγω της ύπαρξης των μεγάλων λιγνιτικών μονάδων.
Έτσι το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος της Δυτικής Μακεδονίας συγκρότησε ομάδα μελέτης, στην οποίαν συμμετείχαν και στελέχη της ΔΕΗ (οι Ν.Γιωτόπουλος, Γ. Πορφύρης και οι αείμνηστοι Λ.Ματσίκης και Χ.Σαπουντζής).
Mε βάση αυτή την μελέτη στις 19/11/1995 πραγματοποιήθηκε ημερίδα με θέμα «την έλευση του φυσικού αερίου στην περιοχή».
H μελέτη θεωρούσε κρίσιμο το ζήτημα της αναβάθμισης (repowering) των λιγνιτικών μονάδων με προένταξη σύγχρονων αεριοστροβίλων φυσικού αερίου.
Ήταν η πλέον πρόσφορη οικονομικά και δοκιμασμένη μέθοδος βελτίωσης των βαθμών απόδοσης (κατά 20 με 25%) στα συγκροτήματα των παλαιών μονάδων και κατά συνέπεια περιορισμού των ρύπων. Είχε μάλιστα υπολογισθεί ότι με αυτόν τον τρόπο θα αυξάνονταν κατά 500 MW η εγκατεστημένη ισχύς στην περιοχή με κόστος μόλις 85 δις δραχμές με τις τότε τιμές!
Θα είχαμε επίσης μείωση των εκπομπών CO2 κατά 3 εκατ.τόνους ετησίως. (Το οποίο θα μείωνε τις ρήτρες για τη ΔΕΗ στο μέλλον κατά ~ 100 εκατ. €/έτος).
H μείωση στις εξορυσσόμενες μελλοντικά ποσότητες λιγνίτη, με την πλήρη εφαρμογή του προγράμματος ένταξης του φυσικού αερίου, δεν θα ξεπερνούσε το 5%. Θα έδινε όμως μία ανάσα στο Λιγνιτικό Κέντρο για καλύτερο σχεδιασμό της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων του.
Η μελέτη του ΤΕΕ υποστηρίχθηκε με επιχειρήματα και από τον Χ.Χρηστίδη, τότε Αντιπρόεδρο του Συλλόγου Διπλ. Μηχανικών ΔΕΗ και Διευθυντή Κλάδου του Κέντρου Δοκιμών, Ερευνών και Προτύπων.
Δυστυχώς η μελέτη εκείνη και οι αξιόλογες προτάσεις του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος δεν αξιοποιήθηκαν έκτοτε από κανέναν παράγοντα είτε της ΔΕΗ είτε της Πολιτείας.
Η στενόμυαλη και αντιεπιστημονική άποψη ότι η έλευση του φυσικού αερίου στην περιοχή θα έπληττε δήθεν τον...λιγνίτη, μαζί με συκοφαντίες του τύπου... «ήρθαν οι πράκτορες του... Κοπελούζου», δεν επέτρεψαν τη ΔΕΗ να εξετάσει με νηφαλιότητα το θέμα της αναβάθμισης των παλαιών μονάδων η οποία, αν είχε προχωρήσει από τότε, τα κέρδη της, τόσο οικονομικά όσο και περιβαλλοντικά, θα ήσαν σημαντικότατα.
Ποτέ δεν είναι όμως αργά. Ακόμη και σήμερα η ΔΕΗ μπορεί να μελετήσει την εφαρμογή ενός εκτεταμένου προγράμματος repowering των 8 λιγνιτικών μονάδων που προτείνονται για απόσυρση.
Το Κέντρο Δοκιμών, Ερευνών και Προτύπων με τον αρμόδιο τομέα του και με ιστορία ετών στους ελέγχους των σταθμών παραγωγής έχει πλήρη εικόνα της εναπομένουσας διάρκειας ζωής όλου του ζωτικού τους εξοπλισμού όπως οι στροβιλογεννήτριες, οι ατμαγωγοί, οι βαλβίδες, οι αντλίες, οι λέβητες, τα βοηθητικά κ.λ.π. Σημαντικά τμήματα αυτού του εξοπλισμού έχουν ζωή πολύ μεγαλύτερη από τα έτη της προτεινόμενης απόσυρσης.
Το ερώτημα είναι: Έχουμε την πολυτέλεια -στην κρίσιμη μάλιστα σημερινή οικονομική κατάσταση -να μηδενίσουμε αυτές τις αποδοτικές ακόμη επενδύσεις, όταν υπάρχουν δυνατότητες να τις ξαναζωντανέψουμε αναβαθμίζοντάς τες;
Το απαντά η συνημμένη εμπεριστατωμένη ανάλυση με τίτλο, Repowering Existing Fossil Steam Plants, στην οποίαν προτείνονται όλες οι δυνατές λύσεις και καταγράφονται τα σοβαρότατα πλεονεκτήματά τους (τεχνικά, οικονομικά, περιβαλλοντικά). Εκεί φαίνεται το μειωμένο στο 1/3 κόστος των αναβαθμίσεων σε σχέση με νέες μονάδες, αλλά και η ευκολότερη κατασκευή που θα δώσει εργασία σε μικρότερες τοπικές εταιρίες και όχι μόνο στις μεγάλες οι οποίες μονοπωλούν τα πάντα.
Aφιερώνεται με εκτίμηση στη νέα ηγεσία των Σταθμών Παραγωγής της ΔΕΗ, με την ελπίδα ότι δε θα πάει χαμένη.
Αφιερώνεται επίσης στο συνδικάτο της ΔΕΗ για να αποτελέσει όπλο πάλης ώστε να αποτρέπει την εύκολη πάντα λύση των νέων μονάδων που την προτιμούν οι μεγάλες πολυεθνικές και οι ελληνικές κατασκευαστικές.
Χ.Χρηστίδης
τ Δ/ντής ΚΔΕΠ/ΔΕΗ
http://www.zougla.gr/page.ashx?pid=2&aid=58805&cid=17
$(document).ready(function(){
$("a[rel='colorbox-gallery']").colorbox({slideshow:true});
});
Δευτέρα, 24 Αυγούστου 2009, 00:16
Εύλογη είναι η ανησυχία του κόσμου της ΔΕΗ και ιδιαίτερα της Δυτικής Μακεδονίας, με αφορμή το νέο πρόγραμμα που προβλέπει απόσυρση 8 βασικών μονάδων (4 του Ατμοηλεκτρικού Σταθμού Καρδιάς και 4 του Ατμοηλεκτρικού Σταθμού Αγ.Δημητρίου) νωρίτερα κατά 5 έως 17 χρόνια από τους αρχικούς σχεδιασμούς των κατασκευαστών.
Αιτιολογία, όπως αναφέρεται, «οι πρόσφατες εξελίξεις στα περιβαλλοντικά θέματα»!
Δεν αμφισβητούνται φυσικά τα προβλήματα του περιβάλλοντος και η ραγδαία επιδείνωσή τους. Όμως το «καμπανάκι» δεν είναι τωρινό. Δεκαπέντε χρόνια πριν, η διάσκεψη του ΡΙΟ είχε επισημάνει τους κινδύνους και έθεσε τους πρώτους περιορισμούς. («Το 2000 οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου να σταθεροποιηθούν στα επίπεδα του 1990»).
Το επιστημονικοτεχνικό δυναμικό της Δυτικής Μακεδονίας και της ΔΕΗ είχε διαβλέψει τότε τις επιπτώσεις των επιταγών του ΡΙΟ στην περιοχή λόγω της ύπαρξης των μεγάλων λιγνιτικών μονάδων.
Έτσι το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος της Δυτικής Μακεδονίας συγκρότησε ομάδα μελέτης, στην οποίαν συμμετείχαν και στελέχη της ΔΕΗ (οι Ν.Γιωτόπουλος, Γ. Πορφύρης και οι αείμνηστοι Λ.Ματσίκης και Χ.Σαπουντζής).
Mε βάση αυτή την μελέτη στις 19/11/1995 πραγματοποιήθηκε ημερίδα με θέμα «την έλευση του φυσικού αερίου στην περιοχή».
H μελέτη θεωρούσε κρίσιμο το ζήτημα της αναβάθμισης (repowering) των λιγνιτικών μονάδων με προένταξη σύγχρονων αεριοστροβίλων φυσικού αερίου.
Ήταν η πλέον πρόσφορη οικονομικά και δοκιμασμένη μέθοδος βελτίωσης των βαθμών απόδοσης (κατά 20 με 25%) στα συγκροτήματα των παλαιών μονάδων και κατά συνέπεια περιορισμού των ρύπων. Είχε μάλιστα υπολογισθεί ότι με αυτόν τον τρόπο θα αυξάνονταν κατά 500 MW η εγκατεστημένη ισχύς στην περιοχή με κόστος μόλις 85 δις δραχμές με τις τότε τιμές!
Θα είχαμε επίσης μείωση των εκπομπών CO2 κατά 3 εκατ.τόνους ετησίως. (Το οποίο θα μείωνε τις ρήτρες για τη ΔΕΗ στο μέλλον κατά ~ 100 εκατ. €/έτος).
H μείωση στις εξορυσσόμενες μελλοντικά ποσότητες λιγνίτη, με την πλήρη εφαρμογή του προγράμματος ένταξης του φυσικού αερίου, δεν θα ξεπερνούσε το 5%. Θα έδινε όμως μία ανάσα στο Λιγνιτικό Κέντρο για καλύτερο σχεδιασμό της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων του.
Η μελέτη του ΤΕΕ υποστηρίχθηκε με επιχειρήματα και από τον Χ.Χρηστίδη, τότε Αντιπρόεδρο του Συλλόγου Διπλ. Μηχανικών ΔΕΗ και Διευθυντή Κλάδου του Κέντρου Δοκιμών, Ερευνών και Προτύπων.
Δυστυχώς η μελέτη εκείνη και οι αξιόλογες προτάσεις του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος δεν αξιοποιήθηκαν έκτοτε από κανέναν παράγοντα είτε της ΔΕΗ είτε της Πολιτείας.
Η στενόμυαλη και αντιεπιστημονική άποψη ότι η έλευση του φυσικού αερίου στην περιοχή θα έπληττε δήθεν τον...λιγνίτη, μαζί με συκοφαντίες του τύπου... «ήρθαν οι πράκτορες του... Κοπελούζου», δεν επέτρεψαν τη ΔΕΗ να εξετάσει με νηφαλιότητα το θέμα της αναβάθμισης των παλαιών μονάδων η οποία, αν είχε προχωρήσει από τότε, τα κέρδη της, τόσο οικονομικά όσο και περιβαλλοντικά, θα ήσαν σημαντικότατα.
Ποτέ δεν είναι όμως αργά. Ακόμη και σήμερα η ΔΕΗ μπορεί να μελετήσει την εφαρμογή ενός εκτεταμένου προγράμματος repowering των 8 λιγνιτικών μονάδων που προτείνονται για απόσυρση.
Το Κέντρο Δοκιμών, Ερευνών και Προτύπων με τον αρμόδιο τομέα του και με ιστορία ετών στους ελέγχους των σταθμών παραγωγής έχει πλήρη εικόνα της εναπομένουσας διάρκειας ζωής όλου του ζωτικού τους εξοπλισμού όπως οι στροβιλογεννήτριες, οι ατμαγωγοί, οι βαλβίδες, οι αντλίες, οι λέβητες, τα βοηθητικά κ.λ.π. Σημαντικά τμήματα αυτού του εξοπλισμού έχουν ζωή πολύ μεγαλύτερη από τα έτη της προτεινόμενης απόσυρσης.
Το ερώτημα είναι: Έχουμε την πολυτέλεια -στην κρίσιμη μάλιστα σημερινή οικονομική κατάσταση -να μηδενίσουμε αυτές τις αποδοτικές ακόμη επενδύσεις, όταν υπάρχουν δυνατότητες να τις ξαναζωντανέψουμε αναβαθμίζοντάς τες;
Το απαντά η συνημμένη εμπεριστατωμένη ανάλυση με τίτλο, Repowering Existing Fossil Steam Plants, στην οποίαν προτείνονται όλες οι δυνατές λύσεις και καταγράφονται τα σοβαρότατα πλεονεκτήματά τους (τεχνικά, οικονομικά, περιβαλλοντικά). Εκεί φαίνεται το μειωμένο στο 1/3 κόστος των αναβαθμίσεων σε σχέση με νέες μονάδες, αλλά και η ευκολότερη κατασκευή που θα δώσει εργασία σε μικρότερες τοπικές εταιρίες και όχι μόνο στις μεγάλες οι οποίες μονοπωλούν τα πάντα.
Aφιερώνεται με εκτίμηση στη νέα ηγεσία των Σταθμών Παραγωγής της ΔΕΗ, με την ελπίδα ότι δε θα πάει χαμένη.
Αφιερώνεται επίσης στο συνδικάτο της ΔΕΗ για να αποτελέσει όπλο πάλης ώστε να αποτρέπει την εύκολη πάντα λύση των νέων μονάδων που την προτιμούν οι μεγάλες πολυεθνικές και οι ελληνικές κατασκευαστικές.
Χ.Χρηστίδης
τ Δ/ντής ΚΔΕΠ/ΔΕΗ
http://www.zougla.gr/page.ashx?pid=2&aid=58805&cid=17
$(document).ready(function(){
$("a[rel='colorbox-gallery']").colorbox({slideshow:true});
});